Σεχταρισμός (Greek Wikipedia)

Analysis of information sources in references of the Wikipedia article "Σεχταρισμός" in Greek language version.

refsWebsite
Global rank Greek rank
low place
209th place
772nd place
171st place
low place
6,889th place
265th place
687th place
264th place
237th place

coe.int

cmiskp.echr.coe.int

  • Στη Γαλλία, ακραία φαινόμενα όπως οι μαζικές αυτοκτονίες των μελών του Τάγματος του Ηλιακού Ναού στο Βέλγιο το 1994 οδήγησαν σε αυξημένη επαγρύπνηση όσον αφορά 173 θρησκευτικές ομάδες οι οποίες προσδιορίστηκαν ως "αιρέσεις", σε μια ανφορά γνωστή ως "Gest/Guyard Report"). Αυτό περιλάμβανε τη συγκρότηση διυπουργικού παρατηρητηρίου σεκτών για την αναφορά αδικημάτων, τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών και τον οικονομικό έλεγχό τους.
    Μεταξύ αυτών περιλήφθηκαν οι Σαϊεντολόγοι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και η Opus Dei. Αυτό είχε ως συνέπεια να αντιδράσουν δημόσια ακόμη και με έννομα μέσα κάποιες από αυτές τις θρησκευτικές ομάδες. Για παράδειγμα, στο επίσημο περιοδικό της Καθολικής Εκκλησίας «SNOP», ο αιδεσιμότατος Ζαν Βερνέτ (τ. 1086, 15/1/01) αντιτίθεται στην πρόταση νόμου που προβλέπει ένα ιδιώνυμο αδίκημα για ορισμένες αιρέσεις και υποστηρίζει ότι αρκεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των παράνομων πράξεων που διαπράττονται από ορισμένα μέλη αιρέσεων. Μάλιστα, ο καθολικός ιερωμένος εξέφρασε το φόβο ότι "ορισμένοι επιθυμούν να μετατρέψουν τον αντιαιρετικό αγώνα σε αντιεκκλησιαστικό αγώνα".
    Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το τρίτο σε μέγεθος θρήσκευμα στη Γαλλία, κατέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς μέσω αυτού του προσδιορισμού θα αποτελούσαν θύματα μισαλλόδοξης συμπεριφοράς και θα εξέπιπταν του δικιαώματος της μη φορολόγησης των συνεισφορών από τα μέλη τους. Το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή καθώς δεν θεώρησε ότι θίγονται με άμεσο τρόπο τα συμφέροντά τους αλλά και πρότεινε την μελλοντική εξέταση κατά περίπτωση όταν θα προκύψουν πιθανές μισαλλόδοξες συμπεριφορές.
    Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε σχετικά με την έκθεση που κατήρτισε η Γαλλική Εθνοσυνέλευση περί των επικινδύνων αιρέσεων ότι, "δεν έχει καμία νομική ισχύ και δεν αποτελεί βάση για οποιαδήποτε ποινική ή διοικητική διαδικασία".
    Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όπως στην υπόθεση Κοκκινάκης κατά Ελλάδας, επιβεβαίωσαν κατ' επανάληψη ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν νόμιμη και "γνωστή" θρησκεία, η οποία μπορεί ελεύθερα να ασκεί τις πρακτικές της και να πιστεύει στα δόγματά της μέσα στα πλαίσια του νόμου.
    Το 2002, το Συμβούλιο της Ευρώπης προώθησε μια απόφαση κατά του νόμου αυτού και κάλεσε την Γαλλική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της. Στις 27/5/2005, ο γάλλος πρωθυπουργός Ζαν Πιερ Ραφαρέν και με εγκύκλιο που κυκλοφόρησε αναθεώρησε την προγενέστερη κυβερνητική απόφαση και ουσιαστικά κατάργησε τη λίστα των "αιρετικών" ομάδων: «Η εμπειρία μας έδειξε ότι η προσπάθεια του κράτους να χαρακτηριστεί ως αίρεση κάποια ομάδα και η στήριξη των ενεργειών του πάνω σ' αυτόν και μόνο το χαρακτηρισμό δεν εξασφαλίζει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να αντιμετωπιστεί η δράση κάποιων ομάδων και του σεβασμού των ελευθεριών και της αρχής του λαϊκού κράτους». Επίσης, ανέφερε ότι οι αρχές θα πρέπει να εστιάζουν τις προσπάθειές τους σε εκείνες τις σέκτες που αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, συγκεκριμένα σε εκείνες τις "μικρές, ρευστές" ομάδες οι οποίες είναι "λιγότερο εύκολο να εντοπιστούν".
    (Πηγές: Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διεθνής Έκθεση Θρησκευτικής Ελευθερίας 2005, Γαλλία, Η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης το 2002 που ζητάει από τη Γαλλία να επανεξετάσει τον επίμαχο νόμο, Άρθρο του Ιού της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (12/3/2006) με θέμα «Ταύτιση Κράτους και Εκκλησίας: Δημοκρατία υπό αίρεση», Κοκκινάκης κατά Ελλάδας)

assembly.coe.int

  • Στη Γαλλία, ακραία φαινόμενα όπως οι μαζικές αυτοκτονίες των μελών του Τάγματος του Ηλιακού Ναού στο Βέλγιο το 1994 οδήγησαν σε αυξημένη επαγρύπνηση όσον αφορά 173 θρησκευτικές ομάδες οι οποίες προσδιορίστηκαν ως "αιρέσεις", σε μια ανφορά γνωστή ως "Gest/Guyard Report"). Αυτό περιλάμβανε τη συγκρότηση διυπουργικού παρατηρητηρίου σεκτών για την αναφορά αδικημάτων, τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών και τον οικονομικό έλεγχό τους.
    Μεταξύ αυτών περιλήφθηκαν οι Σαϊεντολόγοι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και η Opus Dei. Αυτό είχε ως συνέπεια να αντιδράσουν δημόσια ακόμη και με έννομα μέσα κάποιες από αυτές τις θρησκευτικές ομάδες. Για παράδειγμα, στο επίσημο περιοδικό της Καθολικής Εκκλησίας «SNOP», ο αιδεσιμότατος Ζαν Βερνέτ (τ. 1086, 15/1/01) αντιτίθεται στην πρόταση νόμου που προβλέπει ένα ιδιώνυμο αδίκημα για ορισμένες αιρέσεις και υποστηρίζει ότι αρκεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των παράνομων πράξεων που διαπράττονται από ορισμένα μέλη αιρέσεων. Μάλιστα, ο καθολικός ιερωμένος εξέφρασε το φόβο ότι "ορισμένοι επιθυμούν να μετατρέψουν τον αντιαιρετικό αγώνα σε αντιεκκλησιαστικό αγώνα".
    Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το τρίτο σε μέγεθος θρήσκευμα στη Γαλλία, κατέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς μέσω αυτού του προσδιορισμού θα αποτελούσαν θύματα μισαλλόδοξης συμπεριφοράς και θα εξέπιπταν του δικιαώματος της μη φορολόγησης των συνεισφορών από τα μέλη τους. Το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή καθώς δεν θεώρησε ότι θίγονται με άμεσο τρόπο τα συμφέροντά τους αλλά και πρότεινε την μελλοντική εξέταση κατά περίπτωση όταν θα προκύψουν πιθανές μισαλλόδοξες συμπεριφορές.
    Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε σχετικά με την έκθεση που κατήρτισε η Γαλλική Εθνοσυνέλευση περί των επικινδύνων αιρέσεων ότι, "δεν έχει καμία νομική ισχύ και δεν αποτελεί βάση για οποιαδήποτε ποινική ή διοικητική διαδικασία".
    Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όπως στην υπόθεση Κοκκινάκης κατά Ελλάδας, επιβεβαίωσαν κατ' επανάληψη ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν νόμιμη και "γνωστή" θρησκεία, η οποία μπορεί ελεύθερα να ασκεί τις πρακτικές της και να πιστεύει στα δόγματά της μέσα στα πλαίσια του νόμου.
    Το 2002, το Συμβούλιο της Ευρώπης προώθησε μια απόφαση κατά του νόμου αυτού και κάλεσε την Γαλλική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της. Στις 27/5/2005, ο γάλλος πρωθυπουργός Ζαν Πιερ Ραφαρέν και με εγκύκλιο που κυκλοφόρησε αναθεώρησε την προγενέστερη κυβερνητική απόφαση και ουσιαστικά κατάργησε τη λίστα των "αιρετικών" ομάδων: «Η εμπειρία μας έδειξε ότι η προσπάθεια του κράτους να χαρακτηριστεί ως αίρεση κάποια ομάδα και η στήριξη των ενεργειών του πάνω σ' αυτόν και μόνο το χαρακτηρισμό δεν εξασφαλίζει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να αντιμετωπιστεί η δράση κάποιων ομάδων και του σεβασμού των ελευθεριών και της αρχής του λαϊκού κράτους». Επίσης, ανέφερε ότι οι αρχές θα πρέπει να εστιάζουν τις προσπάθειές τους σε εκείνες τις σέκτες που αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, συγκεκριμένα σε εκείνες τις "μικρές, ρευστές" ομάδες οι οποίες είναι "λιγότερο εύκολο να εντοπιστούν".
    (Πηγές: Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διεθνής Έκθεση Θρησκευτικής Ελευθερίας 2005, Γαλλία, Η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης το 2002 που ζητάει από τη Γαλλία να επανεξετάσει τον επίμαχο νόμο, Άρθρο του Ιού της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (12/3/2006) με θέμα «Ταύτιση Κράτους και Εκκλησίας: Δημοκρατία υπό αίρεση», Κοκκινάκης κατά Ελλάδας)

iospress.gr

  • Στη Γαλλία, ακραία φαινόμενα όπως οι μαζικές αυτοκτονίες των μελών του Τάγματος του Ηλιακού Ναού στο Βέλγιο το 1994 οδήγησαν σε αυξημένη επαγρύπνηση όσον αφορά 173 θρησκευτικές ομάδες οι οποίες προσδιορίστηκαν ως "αιρέσεις", σε μια ανφορά γνωστή ως "Gest/Guyard Report"). Αυτό περιλάμβανε τη συγκρότηση διυπουργικού παρατηρητηρίου σεκτών για την αναφορά αδικημάτων, τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών και τον οικονομικό έλεγχό τους.
    Μεταξύ αυτών περιλήφθηκαν οι Σαϊεντολόγοι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και η Opus Dei. Αυτό είχε ως συνέπεια να αντιδράσουν δημόσια ακόμη και με έννομα μέσα κάποιες από αυτές τις θρησκευτικές ομάδες. Για παράδειγμα, στο επίσημο περιοδικό της Καθολικής Εκκλησίας «SNOP», ο αιδεσιμότατος Ζαν Βερνέτ (τ. 1086, 15/1/01) αντιτίθεται στην πρόταση νόμου που προβλέπει ένα ιδιώνυμο αδίκημα για ορισμένες αιρέσεις και υποστηρίζει ότι αρκεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των παράνομων πράξεων που διαπράττονται από ορισμένα μέλη αιρέσεων. Μάλιστα, ο καθολικός ιερωμένος εξέφρασε το φόβο ότι "ορισμένοι επιθυμούν να μετατρέψουν τον αντιαιρετικό αγώνα σε αντιεκκλησιαστικό αγώνα".
    Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το τρίτο σε μέγεθος θρήσκευμα στη Γαλλία, κατέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς μέσω αυτού του προσδιορισμού θα αποτελούσαν θύματα μισαλλόδοξης συμπεριφοράς και θα εξέπιπταν του δικιαώματος της μη φορολόγησης των συνεισφορών από τα μέλη τους. Το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή καθώς δεν θεώρησε ότι θίγονται με άμεσο τρόπο τα συμφέροντά τους αλλά και πρότεινε την μελλοντική εξέταση κατά περίπτωση όταν θα προκύψουν πιθανές μισαλλόδοξες συμπεριφορές.
    Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε σχετικά με την έκθεση που κατήρτισε η Γαλλική Εθνοσυνέλευση περί των επικινδύνων αιρέσεων ότι, "δεν έχει καμία νομική ισχύ και δεν αποτελεί βάση για οποιαδήποτε ποινική ή διοικητική διαδικασία".
    Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όπως στην υπόθεση Κοκκινάκης κατά Ελλάδας, επιβεβαίωσαν κατ' επανάληψη ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν νόμιμη και "γνωστή" θρησκεία, η οποία μπορεί ελεύθερα να ασκεί τις πρακτικές της και να πιστεύει στα δόγματά της μέσα στα πλαίσια του νόμου.
    Το 2002, το Συμβούλιο της Ευρώπης προώθησε μια απόφαση κατά του νόμου αυτού και κάλεσε την Γαλλική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της. Στις 27/5/2005, ο γάλλος πρωθυπουργός Ζαν Πιερ Ραφαρέν και με εγκύκλιο που κυκλοφόρησε αναθεώρησε την προγενέστερη κυβερνητική απόφαση και ουσιαστικά κατάργησε τη λίστα των "αιρετικών" ομάδων: «Η εμπειρία μας έδειξε ότι η προσπάθεια του κράτους να χαρακτηριστεί ως αίρεση κάποια ομάδα και η στήριξη των ενεργειών του πάνω σ' αυτόν και μόνο το χαρακτηρισμό δεν εξασφαλίζει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να αντιμετωπιστεί η δράση κάποιων ομάδων και του σεβασμού των ελευθεριών και της αρχής του λαϊκού κράτους». Επίσης, ανέφερε ότι οι αρχές θα πρέπει να εστιάζουν τις προσπάθειές τους σε εκείνες τις σέκτες που αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, συγκεκριμένα σε εκείνες τις "μικρές, ρευστές" ομάδες οι οποίες είναι "λιγότερο εύκολο να εντοπιστούν".
    (Πηγές: Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διεθνής Έκθεση Θρησκευτικής Ελευθερίας 2005, Γαλλία, Η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης το 2002 που ζητάει από τη Γαλλία να επανεξετάσει τον επίμαχο νόμο, Άρθρο του Ιού της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (12/3/2006) με θέμα «Ταύτιση Κράτους και Εκκλησίας: Δημοκρατία υπό αίρεση», Κοκκινάκης κατά Ελλάδας)
  • Βλέπε άρθρο "Ταύτιση Κράτους και Εκκλησίας: Δημοκρατία υπό αίρεση" του Ιού της Ελευθεροτυπίας, 12 Μαρτίου 2006.

legifrance.gouv.fr

  • Στη Γαλλία, ακραία φαινόμενα όπως οι μαζικές αυτοκτονίες των μελών του Τάγματος του Ηλιακού Ναού στο Βέλγιο το 1994 οδήγησαν σε αυξημένη επαγρύπνηση όσον αφορά 173 θρησκευτικές ομάδες οι οποίες προσδιορίστηκαν ως "αιρέσεις", σε μια ανφορά γνωστή ως "Gest/Guyard Report"). Αυτό περιλάμβανε τη συγκρότηση διυπουργικού παρατηρητηρίου σεκτών για την αναφορά αδικημάτων, τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών και τον οικονομικό έλεγχό τους.
    Μεταξύ αυτών περιλήφθηκαν οι Σαϊεντολόγοι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και η Opus Dei. Αυτό είχε ως συνέπεια να αντιδράσουν δημόσια ακόμη και με έννομα μέσα κάποιες από αυτές τις θρησκευτικές ομάδες. Για παράδειγμα, στο επίσημο περιοδικό της Καθολικής Εκκλησίας «SNOP», ο αιδεσιμότατος Ζαν Βερνέτ (τ. 1086, 15/1/01) αντιτίθεται στην πρόταση νόμου που προβλέπει ένα ιδιώνυμο αδίκημα για ορισμένες αιρέσεις και υποστηρίζει ότι αρκεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των παράνομων πράξεων που διαπράττονται από ορισμένα μέλη αιρέσεων. Μάλιστα, ο καθολικός ιερωμένος εξέφρασε το φόβο ότι "ορισμένοι επιθυμούν να μετατρέψουν τον αντιαιρετικό αγώνα σε αντιεκκλησιαστικό αγώνα".
    Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το τρίτο σε μέγεθος θρήσκευμα στη Γαλλία, κατέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς μέσω αυτού του προσδιορισμού θα αποτελούσαν θύματα μισαλλόδοξης συμπεριφοράς και θα εξέπιπταν του δικιαώματος της μη φορολόγησης των συνεισφορών από τα μέλη τους. Το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή καθώς δεν θεώρησε ότι θίγονται με άμεσο τρόπο τα συμφέροντά τους αλλά και πρότεινε την μελλοντική εξέταση κατά περίπτωση όταν θα προκύψουν πιθανές μισαλλόδοξες συμπεριφορές.
    Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε σχετικά με την έκθεση που κατήρτισε η Γαλλική Εθνοσυνέλευση περί των επικινδύνων αιρέσεων ότι, "δεν έχει καμία νομική ισχύ και δεν αποτελεί βάση για οποιαδήποτε ποινική ή διοικητική διαδικασία".
    Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όπως στην υπόθεση Κοκκινάκης κατά Ελλάδας, επιβεβαίωσαν κατ' επανάληψη ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν νόμιμη και "γνωστή" θρησκεία, η οποία μπορεί ελεύθερα να ασκεί τις πρακτικές της και να πιστεύει στα δόγματά της μέσα στα πλαίσια του νόμου.
    Το 2002, το Συμβούλιο της Ευρώπης προώθησε μια απόφαση κατά του νόμου αυτού και κάλεσε την Γαλλική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της. Στις 27/5/2005, ο γάλλος πρωθυπουργός Ζαν Πιερ Ραφαρέν και με εγκύκλιο που κυκλοφόρησε αναθεώρησε την προγενέστερη κυβερνητική απόφαση και ουσιαστικά κατάργησε τη λίστα των "αιρετικών" ομάδων: «Η εμπειρία μας έδειξε ότι η προσπάθεια του κράτους να χαρακτηριστεί ως αίρεση κάποια ομάδα και η στήριξη των ενεργειών του πάνω σ' αυτόν και μόνο το χαρακτηρισμό δεν εξασφαλίζει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να αντιμετωπιστεί η δράση κάποιων ομάδων και του σεβασμού των ελευθεριών και της αρχής του λαϊκού κράτους». Επίσης, ανέφερε ότι οι αρχές θα πρέπει να εστιάζουν τις προσπάθειές τους σε εκείνες τις σέκτες που αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, συγκεκριμένα σε εκείνες τις "μικρές, ρευστές" ομάδες οι οποίες είναι "λιγότερο εύκολο να εντοπιστούν".
    (Πηγές: Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διεθνής Έκθεση Θρησκευτικής Ελευθερίας 2005, Γαλλία, Η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης το 2002 που ζητάει από τη Γαλλία να επανεξετάσει τον επίμαχο νόμο, Άρθρο του Ιού της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (12/3/2006) με θέμα «Ταύτιση Κράτους και Εκκλησίας: Δημοκρατία υπό αίρεση», Κοκκινάκης κατά Ελλάδας)

state.gov

  • Στη Γαλλία, ακραία φαινόμενα όπως οι μαζικές αυτοκτονίες των μελών του Τάγματος του Ηλιακού Ναού στο Βέλγιο το 1994 οδήγησαν σε αυξημένη επαγρύπνηση όσον αφορά 173 θρησκευτικές ομάδες οι οποίες προσδιορίστηκαν ως "αιρέσεις", σε μια ανφορά γνωστή ως "Gest/Guyard Report"). Αυτό περιλάμβανε τη συγκρότηση διυπουργικού παρατηρητηρίου σεκτών για την αναφορά αδικημάτων, τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών και τον οικονομικό έλεγχό τους.
    Μεταξύ αυτών περιλήφθηκαν οι Σαϊεντολόγοι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και η Opus Dei. Αυτό είχε ως συνέπεια να αντιδράσουν δημόσια ακόμη και με έννομα μέσα κάποιες από αυτές τις θρησκευτικές ομάδες. Για παράδειγμα, στο επίσημο περιοδικό της Καθολικής Εκκλησίας «SNOP», ο αιδεσιμότατος Ζαν Βερνέτ (τ. 1086, 15/1/01) αντιτίθεται στην πρόταση νόμου που προβλέπει ένα ιδιώνυμο αδίκημα για ορισμένες αιρέσεις και υποστηρίζει ότι αρκεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των παράνομων πράξεων που διαπράττονται από ορισμένα μέλη αιρέσεων. Μάλιστα, ο καθολικός ιερωμένος εξέφρασε το φόβο ότι "ορισμένοι επιθυμούν να μετατρέψουν τον αντιαιρετικό αγώνα σε αντιεκκλησιαστικό αγώνα".
    Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το τρίτο σε μέγεθος θρήσκευμα στη Γαλλία, κατέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς μέσω αυτού του προσδιορισμού θα αποτελούσαν θύματα μισαλλόδοξης συμπεριφοράς και θα εξέπιπταν του δικιαώματος της μη φορολόγησης των συνεισφορών από τα μέλη τους. Το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή καθώς δεν θεώρησε ότι θίγονται με άμεσο τρόπο τα συμφέροντά τους αλλά και πρότεινε την μελλοντική εξέταση κατά περίπτωση όταν θα προκύψουν πιθανές μισαλλόδοξες συμπεριφορές.
    Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε σχετικά με την έκθεση που κατήρτισε η Γαλλική Εθνοσυνέλευση περί των επικινδύνων αιρέσεων ότι, "δεν έχει καμία νομική ισχύ και δεν αποτελεί βάση για οποιαδήποτε ποινική ή διοικητική διαδικασία".
    Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όπως στην υπόθεση Κοκκινάκης κατά Ελλάδας, επιβεβαίωσαν κατ' επανάληψη ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν νόμιμη και "γνωστή" θρησκεία, η οποία μπορεί ελεύθερα να ασκεί τις πρακτικές της και να πιστεύει στα δόγματά της μέσα στα πλαίσια του νόμου.
    Το 2002, το Συμβούλιο της Ευρώπης προώθησε μια απόφαση κατά του νόμου αυτού και κάλεσε την Γαλλική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της. Στις 27/5/2005, ο γάλλος πρωθυπουργός Ζαν Πιερ Ραφαρέν και με εγκύκλιο που κυκλοφόρησε αναθεώρησε την προγενέστερη κυβερνητική απόφαση και ουσιαστικά κατάργησε τη λίστα των "αιρετικών" ομάδων: «Η εμπειρία μας έδειξε ότι η προσπάθεια του κράτους να χαρακτηριστεί ως αίρεση κάποια ομάδα και η στήριξη των ενεργειών του πάνω σ' αυτόν και μόνο το χαρακτηρισμό δεν εξασφαλίζει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να αντιμετωπιστεί η δράση κάποιων ομάδων και του σεβασμού των ελευθεριών και της αρχής του λαϊκού κράτους». Επίσης, ανέφερε ότι οι αρχές θα πρέπει να εστιάζουν τις προσπάθειές τους σε εκείνες τις σέκτες που αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, συγκεκριμένα σε εκείνες τις "μικρές, ρευστές" ομάδες οι οποίες είναι "λιγότερο εύκολο να εντοπιστούν".
    (Πηγές: Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διεθνής Έκθεση Θρησκευτικής Ελευθερίας 2005, Γαλλία, Η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης το 2002 που ζητάει από τη Γαλλία να επανεξετάσει τον επίμαχο νόμο, Άρθρο του Ιού της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (12/3/2006) με θέμα «Ταύτιση Κράτους και Εκκλησίας: Δημοκρατία υπό αίρεση», Κοκκινάκης κατά Ελλάδας)

worldlii.org

  • Στη Γαλλία, ακραία φαινόμενα όπως οι μαζικές αυτοκτονίες των μελών του Τάγματος του Ηλιακού Ναού στο Βέλγιο το 1994 οδήγησαν σε αυξημένη επαγρύπνηση όσον αφορά 173 θρησκευτικές ομάδες οι οποίες προσδιορίστηκαν ως "αιρέσεις", σε μια ανφορά γνωστή ως "Gest/Guyard Report"). Αυτό περιλάμβανε τη συγκρότηση διυπουργικού παρατηρητηρίου σεκτών για την αναφορά αδικημάτων, τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών και τον οικονομικό έλεγχό τους.
    Μεταξύ αυτών περιλήφθηκαν οι Σαϊεντολόγοι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και η Opus Dei. Αυτό είχε ως συνέπεια να αντιδράσουν δημόσια ακόμη και με έννομα μέσα κάποιες από αυτές τις θρησκευτικές ομάδες. Για παράδειγμα, στο επίσημο περιοδικό της Καθολικής Εκκλησίας «SNOP», ο αιδεσιμότατος Ζαν Βερνέτ (τ. 1086, 15/1/01) αντιτίθεται στην πρόταση νόμου που προβλέπει ένα ιδιώνυμο αδίκημα για ορισμένες αιρέσεις και υποστηρίζει ότι αρκεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των παράνομων πράξεων που διαπράττονται από ορισμένα μέλη αιρέσεων. Μάλιστα, ο καθολικός ιερωμένος εξέφρασε το φόβο ότι "ορισμένοι επιθυμούν να μετατρέψουν τον αντιαιρετικό αγώνα σε αντιεκκλησιαστικό αγώνα".
    Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το τρίτο σε μέγεθος θρήσκευμα στη Γαλλία, κατέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς μέσω αυτού του προσδιορισμού θα αποτελούσαν θύματα μισαλλόδοξης συμπεριφοράς και θα εξέπιπταν του δικιαώματος της μη φορολόγησης των συνεισφορών από τα μέλη τους. Το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή καθώς δεν θεώρησε ότι θίγονται με άμεσο τρόπο τα συμφέροντά τους αλλά και πρότεινε την μελλοντική εξέταση κατά περίπτωση όταν θα προκύψουν πιθανές μισαλλόδοξες συμπεριφορές.
    Επίσης, το Δικαστήριο σημείωσε σχετικά με την έκθεση που κατήρτισε η Γαλλική Εθνοσυνέλευση περί των επικινδύνων αιρέσεων ότι, "δεν έχει καμία νομική ισχύ και δεν αποτελεί βάση για οποιαδήποτε ποινική ή διοικητική διαδικασία".
    Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όπως στην υπόθεση Κοκκινάκης κατά Ελλάδας, επιβεβαίωσαν κατ' επανάληψη ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν νόμιμη και "γνωστή" θρησκεία, η οποία μπορεί ελεύθερα να ασκεί τις πρακτικές της και να πιστεύει στα δόγματά της μέσα στα πλαίσια του νόμου.
    Το 2002, το Συμβούλιο της Ευρώπης προώθησε μια απόφαση κατά του νόμου αυτού και κάλεσε την Γαλλική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της. Στις 27/5/2005, ο γάλλος πρωθυπουργός Ζαν Πιερ Ραφαρέν και με εγκύκλιο που κυκλοφόρησε αναθεώρησε την προγενέστερη κυβερνητική απόφαση και ουσιαστικά κατάργησε τη λίστα των "αιρετικών" ομάδων: «Η εμπειρία μας έδειξε ότι η προσπάθεια του κράτους να χαρακτηριστεί ως αίρεση κάποια ομάδα και η στήριξη των ενεργειών του πάνω σ' αυτόν και μόνο το χαρακτηρισμό δεν εξασφαλίζει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να αντιμετωπιστεί η δράση κάποιων ομάδων και του σεβασμού των ελευθεριών και της αρχής του λαϊκού κράτους». Επίσης, ανέφερε ότι οι αρχές θα πρέπει να εστιάζουν τις προσπάθειές τους σε εκείνες τις σέκτες που αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, συγκεκριμένα σε εκείνες τις "μικρές, ρευστές" ομάδες οι οποίες είναι "λιγότερο εύκολο να εντοπιστούν".
    (Πηγές: Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διεθνής Έκθεση Θρησκευτικής Ελευθερίας 2005, Γαλλία, Η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης το 2002 που ζητάει από τη Γαλλία να επανεξετάσει τον επίμαχο νόμο, Άρθρο του Ιού της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (12/3/2006) με θέμα «Ταύτιση Κράτους και Εκκλησίας: Δημοκρατία υπό αίρεση», Κοκκινάκης κατά Ελλάδας)