Dionysius Thrax (English Wikipedia)

Analysis of information sources in references of the Wikipedia article "Dionysius Thrax" in English language version.

refsWebsite
Global rank English rank
3rd place
3rd place
low place
low place
27th place
51st place
40th place
58th place
6th place
6th place
155th place
138th place
649th place
827th place
1st place
1st place
low place
low place
121st place
142nd place
2nd place
2nd place

academia.edu

archive.org

books.google.com

britannica.com

  • "Dionysius Thrax | Greek grammarian". Encyclopedia Britannica. Retrieved 20 August 2021.

doi.org

edizioniets.com

tufts.edu

perseus.tufts.edu

web.archive.org

wikipedia.org

de.wikipedia.org

it.wikipedia.org

wikisource.org

el.wikisource.org

  • The term 'onoma' at Dionysius Thrax, Τέχνη γραμματική (Art of Grammar), 14. Περὶ ὀνόματος translated by Thomas Davidson, On the noun
    καὶ αὐτὰ εἴδη προσαγορεύεται· κύριον, προσηγορικόν, ἐπίθετον, πρός τι ἔχον, ὡς πρός τι ἔχον, ὁμώνυμον, συνώνυμον, διώνυμον, ἐπώνυμον, ἐθνικόν, ἐρωτηματικόν, ἀόριστον, ἀναφορικὸν ὃ καὶ ὁμοιωματικὸν καὶ δεικτικὸν καὶ ἀνταποδοτικὸν καλεῖται, περιληπτικόν, ἐπιμεριζόμενον, περιεκτικόν, πεποιημένον, γενικόν, ἰδικόν, τακτικόν, ἀριθμητικόν, ἀπολελυμένον, μετουσιαστικόν.
    also called species: proper, appellative, adjective, relative, quasi-relative, homonym, synonym, pheronym, dionym, eponym, national, interrogative, indefinite, anaphoric (also called assimilative, demonstrative, and retributive), collective, distributive, inclusive, onomatopoetic, general, special, ordinal, numeral, participative, independent.

en.wikisource.org

  • The term 'onoma' at Dionysius Thrax, Τέχνη γραμματική (Art of Grammar), 14. Περὶ ὀνόματος translated by Thomas Davidson, On the noun
    καὶ αὐτὰ εἴδη προσαγορεύεται· κύριον, προσηγορικόν, ἐπίθετον, πρός τι ἔχον, ὡς πρός τι ἔχον, ὁμώνυμον, συνώνυμον, διώνυμον, ἐπώνυμον, ἐθνικόν, ἐρωτηματικόν, ἀόριστον, ἀναφορικὸν ὃ καὶ ὁμοιωματικὸν καὶ δεικτικὸν καὶ ἀνταποδοτικὸν καλεῖται, περιληπτικόν, ἐπιμεριζόμενον, περιεκτικόν, πεποιημένον, γενικόν, ἰδικόν, τακτικόν, ἀριθμητικόν, ἀπολελυμένον, μετουσιαστικόν.
    also called species: proper, appellative, adjective, relative, quasi-relative, homonym, synonym, pheronym, dionym, eponym, national, interrogative, indefinite, anaphoric (also called assimilative, demonstrative, and retributive), collective, distributive, inclusive, onomatopoetic, general, special, ordinal, numeral, participative, independent.

wiktionary.org

en.wiktionary.org

  • The term 'onoma' at Dionysius Thrax, Τέχνη γραμματική (Art of Grammar), 14. Περὶ ὀνόματος translated by Thomas Davidson, On the noun
    καὶ αὐτὰ εἴδη προσαγορεύεται· κύριον, προσηγορικόν, ἐπίθετον, πρός τι ἔχον, ὡς πρός τι ἔχον, ὁμώνυμον, συνώνυμον, διώνυμον, ἐπώνυμον, ἐθνικόν, ἐρωτηματικόν, ἀόριστον, ἀναφορικὸν ὃ καὶ ὁμοιωματικὸν καὶ δεικτικὸν καὶ ἀνταποδοτικὸν καλεῖται, περιληπτικόν, ἐπιμεριζόμενον, περιεκτικόν, πεποιημένον, γενικόν, ἰδικόν, τακτικόν, ἀριθμητικόν, ἀπολελυμένον, μετουσιαστικόν.
    also called species: proper, appellative, adjective, relative, quasi-relative, homonym, synonym, pheronym, dionym, eponym, national, interrogative, indefinite, anaphoric (also called assimilative, demonstrative, and retributive), collective, distributive, inclusive, onomatopoetic, general, special, ordinal, numeral, participative, independent.